Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΡΙΣΚΕΙ… ΣΚΟΥΡΑ
Συνέχεια από το προηγούμενο…
http://www.spearfishingforum.gr/viewtop ... E%91%CE%Α3
Θα μπορούσαν ποτέ να συμπεριφερθούν ως μέρος της φύσης και όχι σαν άρπαγες? Θα μάθαιναν ποτέ να είναι εγκρατείς και να σέβονται τα υπόλοιπα έμβια όντα?
Θα ένιωθαν ποτέ οδύνη για τα θηράματα τους?
Δεν ήξερε...
Έλπιζε...
Ότι θα μάθαιναν...
Πριν να είναι πολύ αργά!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Σύρθηκε αργά, ως τα άδυτα του σπιτιού του , με τη μεγάλη λαβωματιά να αδειάζει την ψυχή του περισσότερο και από το αίμα του. Ο Μπάμπης αναζήτησε την εκδίκηση , αλλά δε μπόρεσε να φτάσει μέχρι το τέλος. Ήταν έξω από τη φύση του. Πάλευε μέσα του να βρει τη δύναμη να συνεχίσει. Να ξεπεράσει και αυτή τη λαβωματιά. Έτσι κι αλλιώς το τέλος του ήταν πολύ κοντά. Όχι μόνο της φυσικής του ύπαρξης , αλλά και του μικρόκοσμου που είχε δημιουργήσει με την πληθωρική του παρουσία. Ο παράδεισος του Μπάμπη είχε συληθεί, χωρίς να υπάρχει επιστροφή αυτή τη φορά. Μόνο που δε θα επέτρεπε ο θάνατος του να προέλθει από τη βέργα των βέβηλων…
Άνοιξε τα μάτια του και αντίκρισε τη στρατιά με τις πεινασμένες σμέρνες , που από τη μία, ερεθισμένες από το αίμα και την οσμή του θανάτου δε μπορούσαν να αντισταθούν στη φύση τους, από την άλλη έτρεμαν τη δύναμη του πληγωμένου θηρίου. Ο Μπάμπης τις έδιωξε χωρίς θυμό. Ήξερε ότι και αυτός σύντομα θα γινόταν τροφή, ίσως για τις σμέρνες και τις σκολόπεντρες, ίσως για τους ανθρώπους, ίσως ακόμα και για το φίλο του το Μάστρο Γιάννη…
Η περίοδος της ανάρρωσης κύλησε βασανιστικά για το Μπάμπη , συντροφιά με τους ελάχιστους αυλικούς που είχαν μείνει στην περιοχή. Η μέρα που ο καταβεβλημένος ροφός ξαναπρόβαλε στο μπαλκονάκι του έφτασε. Τίποτα όμως δεν θύμιζε τον παράδεισο που είχε χτίσει. Φαινόταν ότι ο τρόμος είχε εξαπλωθεί σε όλη την περιοχή όσο διάστημα ψυχομαχούσε. Δεν ήταν καθόλου σίγουρος αν είχε τη δύναμη να ξαναφτιάξει την αυλή του, αμφέβαλε αν ήταν ικανός να προσφέρει ασφάλεια και σιγουριά , με τον τρόπο που το έκανε όλη την ενήλικη ζωή του. Ο τόπος που σημάδεψε με την ύπαρξή του , φαινόταν ξαφνικά τόσο ξένος. Με πολύ κόπο κολύμπησε κάθε εκατοστό της επικράτειάς του, ψάχνοντας τα σημάδια που θα τον καθοδηγούσαν.
Ξένος, μόνος και κουρασμένος. Έπρεπε να φύγει. Για λίγο, έστω, μέχρι να επιστέψει για την τελευταία πράξη της ζωής του. Ο Μπάμπης έπρεπε να αφήσει τη ζώνη των χρωμάτων, για τις βαθύτερες ζώνες , εκεί που τόσες φορές τον είχαν καλέσει τα παιδιά και τα εγγόνια του, που από καιρό είχαν μεταναστεύσει. Δεν ήξερε τι να περιμένει. Ίσως να ήταν καλύτερα στην ησυχία και τη γαλήνη του βένθους. Άλλωστε ο αγαπημένος του τόπος δεν ήταν και τόσο μακριά. Όποτε ήθελε θα μπορούσε να ανηφορίζει στα λημέρια του. Το παιχνίδι με τους ανθρώπους-που τόσο απολάμβανε στο παρελθόν- δε θα μπορούσε να είναι διασκεδαστικό όσο κουβαλούσε τόσο θυμό. Οι παλιοί φίλοι και συγγενείς θα υποδέχονταν με ανοιχτές αγκάλες το Μπάμπη το Χλάπα, το θρύλο , που οι περιπέτειες του και η πρόσφατη νεκρανάσταση του, κυκλοφορούσαν σε όλο το αρχιπέλαγος. Με κάτι τέτοιες σκέψεις ο Μπάμπης προσπαθούσε να απαλύνει τον αβάσταχτο πόνο του ξεριζωμού του.
Παρέα με τους ελάχιστους πιστούς συντρόφους του κατηφόρισε στα ατελείωτα λιβάδια της ποσιδωνείας, με τις πέτρινες οάσεις και τις σκόρπιες τραγάνες. Από παντού ψάρια έβγαιναν να τον προϋπαντήσουν και να τον γνωρίσουν. Η φήμη ότι μετακόμιζε είχε κυκλοφορήσει και ήδη η μεγαλύτερη πλάκα της περιοχής είχε ετοιμαστεί για να υποδεχτεί το θρύλο των ρηχών νερών. Ο Μπάμπης ένιωσε απίστευτα συγκινημένος από την υποδοχή , αν και βαθειά μέσα του δε μπόρεσε να αποφύγει τη σύγκριση του καινούργιου σπιτιού, με το παλάτι που πέρασε τη ζωή του. Πλάγιασε για να μπει στο- ευτυχώς πιο ευρύχωρο- εσωτερικό που θα μοιραζόταν με τους αυλικούς του το πρώτο διάστημα. Δεύτερη έξοδος δεν υπήρχε και αυτό του προκαλούσε βαθειά ανησυχία . Στα μέρη του θα είχε απορρίψει ,χωρίς δεύτερη συζήτηση, τη συγκεκριμένη κατοικία. Ήταν κάτι που θα έπρεπε να το συζητήσει στο συμβούλιο των γηραιών. Προσπάθησε να ηρεμήσει αλλά ξεχασμένες και καινούργιες πληγές έπιασαν να τον πονάνε όλες μαζί , η αναπνοή του έγινε δύσκολη. Άφησε την πλάκα για τους αυλικούς του και απάγκιασε στη ρίζα της ποσιδωνείας. Κατάλαβε ότι από τη στιγμή που ξεριζώθηκε δεν υπήρχε σπίτι που να τον «χωράει» …
Η μέρα έφτασε αργά. Όσο μέρα θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς το ημίφως και την πλήρη απουσία χρωμάτων, τη σιγή που βασίλευε στα λιβάδια της ποσιδωνείας. Οι ράθυμες κινήσεις των ψαριών και η αταραξία τους ,τα σκούρα περιγράμματα που θύμιζαν φαντάσματα και όχι ζωντανά ψάρια, μάλλον ενοχλούσαν, παρά ησύχαζαν το φίλο μας. Δεν ήταν απλώς η δραματική αλλαγή του περιβάλλοντος που τον ζόριζε, αλλά και η βεβαιότητα ότι αυτά τα πλάσματα , άμαθα στην ανθρώπινη απληστία, σύντομα θα γίνονταν εύκολη λεία στους βέβηλους. Γιατί ο Μπάμπης ήταν σίγουρος ότι οι άνθρωποι κάποια στιγμή θα έφταναν και εκεί. Θεώρησε καθήκον του να προειδοποιήσει όσο πιο σύντομα γίνεται το συμβούλιο των γηραιών , ώστε να λάβουν τις προφυλάξεις τους. Μόνο που σε αυτά τον τόπο ο Μπάμπης δεν ήταν παρά ο σεβάσμιος αλλά ξενιτεμένος και ξεπεσμένος άρχοντας των ρηχών . Τα σοφά του λόγια φάνταζαν γελοία, φαντασιώσεις από τον άλλο κόσμο στον οποίο πήγε και γύρισε. Όσο περισσότερο επέμενε, τόσο οι σύντροφοί του αρνούνταν να τον πάρουν στα σοβαρά, απόλυτα σίγουροι για την ασφάλεια του κρυμμένου παραδείσου τους. Ο Μπάμπης μέτρησε πολύ καλά τα τελευταία του μάταια λόγια.
«Γνωρίζω τους ανθρώπους από το χάραμα της ζωής μου. Μεγάλωσα και έμαθα μαζί τους. Τους είδα να τσαλαβουτούν στη ζώνη «κόκκινου» ανήμποροι να φτάσουν το σπίτι μου. Τους είδα πολύ γρήγορα να το φτάνουν και να το ξεπερνάνε. Να φτάνουν στη ζώνη των σκιών… Το μούχρωμα δε θα σας προστατέψει…
Σύντομα θα είναι μπροστά στα σπίτια σας, όπου στοιβάζεστε δέκα δέκα, χωρίς έξοδο διαφυγής. Αν είσαστε τυχεροί θα σας ανακαλύψουν άνθρωποι μετρημένοι. Να ξέρετε όμως, αυτό που θα τους φέρει μπροστά στα σπίτια σας θα είναι η μάλλον η απληστία και η αλαζονεία τους. Μην ελπίζετε στο έλεός τους. Μην ποντάρετε στη στεριανή τους φύση».
Μάταια…
Γύρισαν την πλάτη τους στο γέρο παράξενο , που ήρθε από τα ρηχά κουβαλώντας τους εφιάλτες τους του ,να χαλάσει τη νιρβάνα τους. Η θρυλική σοφία του Χλάπα απομυθοποιήθηκε σε λίγη μόνο ώρα!
Η ψυχή του Μπάμπη μαύρισε για τα καλά. Δεν έφτανε που όλα εκεί κάτω ήταν σκούρα, τα ένιωθε ακόμα πιο μαύρα. Ακόμα και τα παιδιά και εγγόνια του, που είχαν ξενιτευτεί πριν από αυτόν δυσκολεύονταν να τον ακούσουν.
Όχι πολύ μακριά , κοντά στην παλιά γειτονιά του Μπάμπη, δυο παλιοί μας γνώριμοι είχαν μόλις επιστρέψει στη βάρκα τους. Μετά το απόγευμα που παραλίγο να είχε στοιχίσει τη ζωή και των δύο, είχαν επισκεφτεί πολλές φορές το γνώριμο μέρος προκειμένου να πάρουν εκδίκηση από το «κολόψαρο» που κόντεψε να τους πνίξει. Είχαν αποφασίσει ότι θα αφανίσουν όλη τη γειτονιά και όλη την οικογένεια του «κολόψαρου». Όμως δεν είχε απομείνει τίποτα για να αφανίσουν…
-Αδερφάκι , τι έγινε? Που πήγαν τόσα ψάρια? Πιο νέκρα δε γίνεται. Μπας και πέρασαν τίποτα καλύμνιοι και μας τα φάγανε?
-Λες? Δεν αποκλείεται… Αλλά και το γεροκαργιόλη , που θα τον δώσω να τον φάνε οι γάτες, δεν τον ξαναείδαμε. Αποκλείεται να τον φάγαν καλύμνιοι . Λες να τα κακάρωσε? Πάντως δεν το πιστεύω…
-Και που πήγαν τόσα ψάρια αδερφάκι? Μήπως δεν έπρεπε να τον χτηπήσου…
-Να μην ακούω αηδίες. Σαν να ακούω τους ψευτοοικολόγους στο φόρουμ… Απλά τα ψάρια βάθυναν. Είμαι σίγουρος ότι ο γέρος τα μάζεψε και την έκανε για αλλού. Κάπου εδώ γύρω θα είναι … Κάπου είναι κρυμμένα και μας περιμένουν, λέμε.
-Και πως θα τα βρούμε αδερφάκι…
-Άνοιξε το ταμπούκιο και δες τι σου έχω. Θα πάθεις πλάκα, λέμε.
-Αδερφάκι, τι είναι αυτό ??? Δεν το πιστεύω , φουρουνιά…
-Καιρός ήταν. Τα ρηχά μας τελείωσαν. Έτσι κι αλλιώς τα πνευμόνια τα έχουμε. Το εργαλείο βγάζει φωτογραφίες, λέμε. Και εκεί κάτω τα ψάρια είναι μοσχάρια. Κατεβαίνεις με τη βραζιλιάνα βαράς και φεύγεις. Άμα βαστάν τα κότσια σου φυσικά…
-Αδερφάκι με φτιάχνεις τρελά. Ας μπαίνουν τα κατοστάρικα στο ψυγείο και μην ανησυχείς για τα κότσια μου… Αλλά μιας που είπαμε για κατοστάρικα πόσο πήγε το μαλλί?
-Μη μασάς , δέκα καλά ψάρια είναι…
Πήραν τα αλάνια την ισοβαθή και άρχισαν να οργώνουν τα βαθιά λιβάδια της ποσιδωνείας. Το φουρούνι έβγαζε όντως φωτογραφίες και τους γλύτωνε από πολύ κόπο. Κάποιες φορές φαίνονταν ακόμα και τα ψάρια δίπλα στις κρυμμένες πλάκες και τα μικρά σηκώματα. Τα δυνατά σημεία μαρκάρονταν στο gps για ακολουθήσει ο επιτόπιος έλεγχος . Δύσκολα συγκρατούσαν την όρεξή τους, αλλά ήξεραν ότι σε αυτού του είδους ψάρεμα , από τη στιγμή που θα το ασκούσαν συστηματικά, η επιμελής προετοιμασία ήταν το άλφα και το ωμέγα. Άλλωστε οι μάγκες δεν ήταν κοινοί ψαροντουφεκάδες , ούτε ερασιτέχνες του συρμού. Φτασμένοι βαθύτες , γνωστοί στο πανελλήνιο για τις επιτυχίες τους. Και στις ψαροταβέρνες Αθηνών και περιχώρων… Δε θα άφηναν τίποτα στην τύχη!
Αφιέρωσαν όλη την υπόλοιπη μέρα στο ψάξιμο, αδημονώντας για την επόμενη μέρα που προμηνυόταν συναρπαστική. Η αλήθεια είναι ότι ο παραλίγο πνιγμός τους είχε στοιχειώσει τα επόμενα ψαρέματά τους. Δεν είχαν μπει καν στη διαδικασία να σκεφτούν τι είχε συμβεί, αν και στα βαθύτερα στρώματα της ύπαρξής τους είχε ριζώσει ο φόβος και η αμφιβολία. Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που το ψυγείο ήταν μείον. Έπρεπε οπωσδήποτε να αλλάξουν ρυθμό και τρόπο. Έπρεπε να επιστρέψουν στα αποδοτικά ψαρέματα…
Τα κατάφεραν!!!
Με πολύ προσοχή τρύγησαν τους καρπούς της επιμελούς αναζήτησης. Οι ατελείωτες ώρες βυθού, τα χρόνια στη θάλασσα ,με τη βοήθεια της βραζιλιάνας έκαναν τις εξωπραγματικές βουτιές, πραγματικές. Έτσι κι αλλιώς τα ψάρια εκεί κάτω ήταν ανυποψίαστα. Και πολλά. Και μεγάλα. Οι βουτιές ήταν λίγες και δύσκολες, αλλά τα αποτελέσματα εντυπωσιακά! Σταμάτησαν αποκαμωμένοι όταν και τα δύο ψυγεία είχαν γεμίσει.
-Αδερφάκι! Σαν να έχουμε κατιτίς παραπάνω από «δέκα καλά ψάρια».
-Στα έλεγα μεγάλε, στα έλεγα. Ε ρε και να ήτανε από μια μεριά οι λεχρίτες που λένε ότι δεν υπάρχουν ψάρια… Να τους πεταχτούν τα μάτια έξω, οι ξεφτίλες… Αν έχουν τα κότσια ας κοπιάσουν στα τάρταρα να τα βρουν.
-Αδερφάκι καιρός ήταν, γιατί είχαμε πάει μείον. Δε μου λες αδερφάκι, έχουμε κανένα ντεπονάκι γιατί έχω πονοκέφαλο…
-Μη μασάς. Μετά από τέτοιες βουτιές λίγος πονοκέφαλος είναι φυσιολογικός.
-Και το μούδιασμα στα χέρια?
-Όταν πάρεις τα κατοστάρικα στο χέρι, θα σου περάσει και μούδιασμα και πονοκέφαλος και αιμορροΐδες, λέμε!!!
-Χε, χε. Αδερφάκι τα λες πολύ σπέσιαλ. Να μας κάνει καιρό και την άλλη βδομάδα…
Κυκλοφόρησαν τα νέα μέσα κι έξω από τη θάλασσα. Τα αλάνια δεν άντεξαν να μην κομπάσουν για την επιτυχία τους. Κάποια ψάρια στα φόρουμ, κάποια περισσότερα στο facebook, η κηδεία επιλεγμένα σε φίλους από όπου διέρρευσαν. Παλαμάκια, κράξιμο , ατελείωτο διαδικτυακό μελάνι, « έξω οι μανάβηδες»- «ποιον είπες μανάβη χωρίς αποδείξεις ψαρά του καναπέ», «λιγόστεψαν τα ψάρια» –«βάθυναν τα ψάρια», οι τράτες , η μόλυνση κτλ, κτλ, κτλ. Η συνήθης ρουτίνα με λίγα λόγια, η οποία ουδόλως πτοούσε τους μάγκες που προσπαθούσαν να περάσουν την ώρα τους μέχρι το επόμενο Σαββατοκύριακο.
Ο κρυμμένος παράδεισος τους περίμενε!
Όμως κάπου εκεί περίμενε και ο Μπάμπης, που δικαιωμένος-αν και το απευχόταν- από το αναπάντεχο μακελειό, είχε γίνει το κεντρικό πρόσωπο της περιοχής. Όλοι έτρεχαν σε αυτόν για συμβουλές. Ο Μπάμπης ήξερε ότι τα περισσότερα ψάρια μάθαιναν πολύ αργά, ότι δε μπορούσαν να υπερβούν γρήγορα την αρχέγονη συμπεριφορά, τη ράθυμη φύση των βαθιών νερών. Κάποια, δε θα απέφευγαν να γίνουν θύματα των μεγάλων , πανέξυπνων αλλά και συχνά τόσο άπληστων θηρευτών. Οι στρατηγικές που με τα χρόνια είχαν αναπτύξει τα ψάρια της ρηχής ζώνης, ήταν αδύνατο να εφαρμοστούν εδώ. Προσπάθησε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να διδάξει στους καινούργιους συντρόφους του τρία απλά πράγματα.
- Μην κάθεστε να χαζεύεται τα περίεργα πλάσματα που έρχονται από ψηλά.
-Μη χώνεστε στις τρύπες σας αν σας πλησιάσουν.
-Σκορπίστε στην ποσειδωνία και κάνετε τις απολύτως απαραίτητες κινήσεις.
Ήξερε πολύ καλά ότι αυτές οι απλές συμβουλές ήταν πολύ δύσκολο να γίνουν πράξη από το σύνολο των συντρόφων του. Κάποια στιγμή, κάποια ψάρια θα τα έχαναν στη θέα των ανθρώπων και θα γίνονταν θύματα. Έλπιζε, όμως, ότι σιγά-σιγά οι φίλοι του θα αποκτούσαν νέα πρότυπα συμπεριφοράς. Κάτι μέσα του ψιθύριζε ότι οι εισβολείς θα ήταν γνωστοί. Αυτό έκανε την ψυχή του να μαυρίζει ακόμα περισσότερο. Γιατί έλπιζε ότι οι άνθρωποι που παραλίγο να σκοτώσει , θα είχαν πάρει το μάθημά τους.
Ότι θα είχαν αλλάξει…
Ήξερε αρκετούς ανθρώπους που είχαν μάθει να σέβονται την άγρια φύση.
Να είναι κυνηγοί ανάμεσα σε κυνηγούς και όχι άρπαγες.
Οι σκέψεις του Μπάμπη διακόπηκαν από τον οξύ ήχο του ανθρώπου που κατέβαινε γρήγορα , κρατώντας τη βραζιλιάνα. Έκανε ένα γρήγορο γύρο στο σημείο που θα έφτανε ο άνθρωπος. Έδωσε μερικά σκαμπίλια σε όσα ψάρια έσπευσαν να χωθούν στην πλάκα τους και έδωσε το σύνθημα της οπισθοχώρησης στην ποσειδωνία. Ο άνθρωπος είδε πολλές ουρές να εξαφανίζονται δεξιά και αριστερά, όμως σε αυτό το βάθος ήταν αδύνατο να τις ακολουθήσει. Συνέχισε την πορεία του μπροστά στην πιο προσιτή πλάκα. Φώτισε με τον πανίσχυρο φακό του αλλά μάταια. Κοίταξε δεξιά, αριστερά αλλά και πάλι μάταια. Ήξερε ότι κάθε βουτιά στα τάρταρα ήταν πολύτιμη και θα έπρεπε να είναι αποδοτική. Απόρησε γιατί ένιωθε τα ψάρια πολύ κοντά του. Είχε δει τις μεγάλες ουρές να χάνονται. Στην επιφάνεια εξήγησε απογοητευμένος την κατάσταση στο ζευγάρι του. Κάτι στο ασυνείδητό του, χτυπούσε καμπανάκι. Ένιωσε πάλι ένα μούδιασμα στα άκρα του , αλλά φρόντισε να το απωθήσει. Την προηγούμενη εβδομάδα είχαν γίνει όλα τόσο εύκολα , που αρνούνταν να ακούσει το καμπανάκι.
Ο δεύτερος άνθρωπος πήρε τη θέση του. Ο Μπάμπης ήταν πάλι εκεί να συντονίσει τη διασπορά αλλά… Η μεγάλη σφυρίδα έμεινε να χαζεύει το στεριανό πλάσμα που κόντρα στη φύση του προσέγγιζε τη ζώνη του σκότους. Έμεινε να κοιτάζει αποσβολωμένη, μέχρι που η βαριά βέργα την ένωσε με τον κόσμο των ανθρώπων…
Η επιτυχία θόλωσε ακόμα περισσότερο το μυαλό των ψαράδων, έδιωξε ακόμα πιο μακριά ήχο από τα καμπανάκια. Το μούδιασμα στα άκρα δεν είχε περάσει όταν ο άνθρωπος ξεκίνησε την κατάδυσή του. Έφτασε στο βυθό μεθυσμένος , σίγουρος για μια ακόμα επιτυχία. Όμως και πάλι ουρές δεξιά και αριστερά. Και σαν ένα έργο που έχει ξαναπαιχτεί, μια πελώρια μαύρη φιγούρα να πλησιάζει δείχνοντας την πληγωμένη ράχη. Οι θολωμένες αισθήσεις του ψαρά δυσκολεύονταν να καταγράψουν τα ερεθίσματα, η ψυχή του όμως κατάλαβε. Τα καμπανάκια , όλες οι καμπάνες του κόσμου άρχισαν να χτυπάνε μέσα του. Ο εκκωφαντικός θόρυβος στο κεφάλι του ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τη νεκρική σιγή του περιβάλλοντος…
Τα κατάφερε να βγει?
Έπαθε υποξία, νόσο?
Αν τα κατάφερε, έμαθε επιτέλους?
Δεν ξέρουμε, το τέλος της ιστορίας είναι άγνωστο…
Δώστε το δικό σας τέλος…
Έτσι κι αλλιώς δεν είναι παρά ένα παλαιομοδίτικο παραμύθι…
Συνέχεια από το προηγούμενο…
http://www.spearfishingforum.gr/viewtop ... E%91%CE%Α3
Θα μπορούσαν ποτέ να συμπεριφερθούν ως μέρος της φύσης και όχι σαν άρπαγες? Θα μάθαιναν ποτέ να είναι εγκρατείς και να σέβονται τα υπόλοιπα έμβια όντα?
Θα ένιωθαν ποτέ οδύνη για τα θηράματα τους?
Δεν ήξερε...
Έλπιζε...
Ότι θα μάθαιναν...
Πριν να είναι πολύ αργά!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Σύρθηκε αργά, ως τα άδυτα του σπιτιού του , με τη μεγάλη λαβωματιά να αδειάζει την ψυχή του περισσότερο και από το αίμα του. Ο Μπάμπης αναζήτησε την εκδίκηση , αλλά δε μπόρεσε να φτάσει μέχρι το τέλος. Ήταν έξω από τη φύση του. Πάλευε μέσα του να βρει τη δύναμη να συνεχίσει. Να ξεπεράσει και αυτή τη λαβωματιά. Έτσι κι αλλιώς το τέλος του ήταν πολύ κοντά. Όχι μόνο της φυσικής του ύπαρξης , αλλά και του μικρόκοσμου που είχε δημιουργήσει με την πληθωρική του παρουσία. Ο παράδεισος του Μπάμπη είχε συληθεί, χωρίς να υπάρχει επιστροφή αυτή τη φορά. Μόνο που δε θα επέτρεπε ο θάνατος του να προέλθει από τη βέργα των βέβηλων…
Άνοιξε τα μάτια του και αντίκρισε τη στρατιά με τις πεινασμένες σμέρνες , που από τη μία, ερεθισμένες από το αίμα και την οσμή του θανάτου δε μπορούσαν να αντισταθούν στη φύση τους, από την άλλη έτρεμαν τη δύναμη του πληγωμένου θηρίου. Ο Μπάμπης τις έδιωξε χωρίς θυμό. Ήξερε ότι και αυτός σύντομα θα γινόταν τροφή, ίσως για τις σμέρνες και τις σκολόπεντρες, ίσως για τους ανθρώπους, ίσως ακόμα και για το φίλο του το Μάστρο Γιάννη…
Η περίοδος της ανάρρωσης κύλησε βασανιστικά για το Μπάμπη , συντροφιά με τους ελάχιστους αυλικούς που είχαν μείνει στην περιοχή. Η μέρα που ο καταβεβλημένος ροφός ξαναπρόβαλε στο μπαλκονάκι του έφτασε. Τίποτα όμως δεν θύμιζε τον παράδεισο που είχε χτίσει. Φαινόταν ότι ο τρόμος είχε εξαπλωθεί σε όλη την περιοχή όσο διάστημα ψυχομαχούσε. Δεν ήταν καθόλου σίγουρος αν είχε τη δύναμη να ξαναφτιάξει την αυλή του, αμφέβαλε αν ήταν ικανός να προσφέρει ασφάλεια και σιγουριά , με τον τρόπο που το έκανε όλη την ενήλικη ζωή του. Ο τόπος που σημάδεψε με την ύπαρξή του , φαινόταν ξαφνικά τόσο ξένος. Με πολύ κόπο κολύμπησε κάθε εκατοστό της επικράτειάς του, ψάχνοντας τα σημάδια που θα τον καθοδηγούσαν.
Ξένος, μόνος και κουρασμένος. Έπρεπε να φύγει. Για λίγο, έστω, μέχρι να επιστέψει για την τελευταία πράξη της ζωής του. Ο Μπάμπης έπρεπε να αφήσει τη ζώνη των χρωμάτων, για τις βαθύτερες ζώνες , εκεί που τόσες φορές τον είχαν καλέσει τα παιδιά και τα εγγόνια του, που από καιρό είχαν μεταναστεύσει. Δεν ήξερε τι να περιμένει. Ίσως να ήταν καλύτερα στην ησυχία και τη γαλήνη του βένθους. Άλλωστε ο αγαπημένος του τόπος δεν ήταν και τόσο μακριά. Όποτε ήθελε θα μπορούσε να ανηφορίζει στα λημέρια του. Το παιχνίδι με τους ανθρώπους-που τόσο απολάμβανε στο παρελθόν- δε θα μπορούσε να είναι διασκεδαστικό όσο κουβαλούσε τόσο θυμό. Οι παλιοί φίλοι και συγγενείς θα υποδέχονταν με ανοιχτές αγκάλες το Μπάμπη το Χλάπα, το θρύλο , που οι περιπέτειες του και η πρόσφατη νεκρανάσταση του, κυκλοφορούσαν σε όλο το αρχιπέλαγος. Με κάτι τέτοιες σκέψεις ο Μπάμπης προσπαθούσε να απαλύνει τον αβάσταχτο πόνο του ξεριζωμού του.
Παρέα με τους ελάχιστους πιστούς συντρόφους του κατηφόρισε στα ατελείωτα λιβάδια της ποσιδωνείας, με τις πέτρινες οάσεις και τις σκόρπιες τραγάνες. Από παντού ψάρια έβγαιναν να τον προϋπαντήσουν και να τον γνωρίσουν. Η φήμη ότι μετακόμιζε είχε κυκλοφορήσει και ήδη η μεγαλύτερη πλάκα της περιοχής είχε ετοιμαστεί για να υποδεχτεί το θρύλο των ρηχών νερών. Ο Μπάμπης ένιωσε απίστευτα συγκινημένος από την υποδοχή , αν και βαθειά μέσα του δε μπόρεσε να αποφύγει τη σύγκριση του καινούργιου σπιτιού, με το παλάτι που πέρασε τη ζωή του. Πλάγιασε για να μπει στο- ευτυχώς πιο ευρύχωρο- εσωτερικό που θα μοιραζόταν με τους αυλικούς του το πρώτο διάστημα. Δεύτερη έξοδος δεν υπήρχε και αυτό του προκαλούσε βαθειά ανησυχία . Στα μέρη του θα είχε απορρίψει ,χωρίς δεύτερη συζήτηση, τη συγκεκριμένη κατοικία. Ήταν κάτι που θα έπρεπε να το συζητήσει στο συμβούλιο των γηραιών. Προσπάθησε να ηρεμήσει αλλά ξεχασμένες και καινούργιες πληγές έπιασαν να τον πονάνε όλες μαζί , η αναπνοή του έγινε δύσκολη. Άφησε την πλάκα για τους αυλικούς του και απάγκιασε στη ρίζα της ποσιδωνείας. Κατάλαβε ότι από τη στιγμή που ξεριζώθηκε δεν υπήρχε σπίτι που να τον «χωράει» …
Η μέρα έφτασε αργά. Όσο μέρα θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς το ημίφως και την πλήρη απουσία χρωμάτων, τη σιγή που βασίλευε στα λιβάδια της ποσιδωνείας. Οι ράθυμες κινήσεις των ψαριών και η αταραξία τους ,τα σκούρα περιγράμματα που θύμιζαν φαντάσματα και όχι ζωντανά ψάρια, μάλλον ενοχλούσαν, παρά ησύχαζαν το φίλο μας. Δεν ήταν απλώς η δραματική αλλαγή του περιβάλλοντος που τον ζόριζε, αλλά και η βεβαιότητα ότι αυτά τα πλάσματα , άμαθα στην ανθρώπινη απληστία, σύντομα θα γίνονταν εύκολη λεία στους βέβηλους. Γιατί ο Μπάμπης ήταν σίγουρος ότι οι άνθρωποι κάποια στιγμή θα έφταναν και εκεί. Θεώρησε καθήκον του να προειδοποιήσει όσο πιο σύντομα γίνεται το συμβούλιο των γηραιών , ώστε να λάβουν τις προφυλάξεις τους. Μόνο που σε αυτά τον τόπο ο Μπάμπης δεν ήταν παρά ο σεβάσμιος αλλά ξενιτεμένος και ξεπεσμένος άρχοντας των ρηχών . Τα σοφά του λόγια φάνταζαν γελοία, φαντασιώσεις από τον άλλο κόσμο στον οποίο πήγε και γύρισε. Όσο περισσότερο επέμενε, τόσο οι σύντροφοί του αρνούνταν να τον πάρουν στα σοβαρά, απόλυτα σίγουροι για την ασφάλεια του κρυμμένου παραδείσου τους. Ο Μπάμπης μέτρησε πολύ καλά τα τελευταία του μάταια λόγια.
«Γνωρίζω τους ανθρώπους από το χάραμα της ζωής μου. Μεγάλωσα και έμαθα μαζί τους. Τους είδα να τσαλαβουτούν στη ζώνη «κόκκινου» ανήμποροι να φτάσουν το σπίτι μου. Τους είδα πολύ γρήγορα να το φτάνουν και να το ξεπερνάνε. Να φτάνουν στη ζώνη των σκιών… Το μούχρωμα δε θα σας προστατέψει…
Σύντομα θα είναι μπροστά στα σπίτια σας, όπου στοιβάζεστε δέκα δέκα, χωρίς έξοδο διαφυγής. Αν είσαστε τυχεροί θα σας ανακαλύψουν άνθρωποι μετρημένοι. Να ξέρετε όμως, αυτό που θα τους φέρει μπροστά στα σπίτια σας θα είναι η μάλλον η απληστία και η αλαζονεία τους. Μην ελπίζετε στο έλεός τους. Μην ποντάρετε στη στεριανή τους φύση».
Μάταια…
Γύρισαν την πλάτη τους στο γέρο παράξενο , που ήρθε από τα ρηχά κουβαλώντας τους εφιάλτες τους του ,να χαλάσει τη νιρβάνα τους. Η θρυλική σοφία του Χλάπα απομυθοποιήθηκε σε λίγη μόνο ώρα!
Η ψυχή του Μπάμπη μαύρισε για τα καλά. Δεν έφτανε που όλα εκεί κάτω ήταν σκούρα, τα ένιωθε ακόμα πιο μαύρα. Ακόμα και τα παιδιά και εγγόνια του, που είχαν ξενιτευτεί πριν από αυτόν δυσκολεύονταν να τον ακούσουν.
Όχι πολύ μακριά , κοντά στην παλιά γειτονιά του Μπάμπη, δυο παλιοί μας γνώριμοι είχαν μόλις επιστρέψει στη βάρκα τους. Μετά το απόγευμα που παραλίγο να είχε στοιχίσει τη ζωή και των δύο, είχαν επισκεφτεί πολλές φορές το γνώριμο μέρος προκειμένου να πάρουν εκδίκηση από το «κολόψαρο» που κόντεψε να τους πνίξει. Είχαν αποφασίσει ότι θα αφανίσουν όλη τη γειτονιά και όλη την οικογένεια του «κολόψαρου». Όμως δεν είχε απομείνει τίποτα για να αφανίσουν…
-Αδερφάκι , τι έγινε? Που πήγαν τόσα ψάρια? Πιο νέκρα δε γίνεται. Μπας και πέρασαν τίποτα καλύμνιοι και μας τα φάγανε?
-Λες? Δεν αποκλείεται… Αλλά και το γεροκαργιόλη , που θα τον δώσω να τον φάνε οι γάτες, δεν τον ξαναείδαμε. Αποκλείεται να τον φάγαν καλύμνιοι . Λες να τα κακάρωσε? Πάντως δεν το πιστεύω…
-Και που πήγαν τόσα ψάρια αδερφάκι? Μήπως δεν έπρεπε να τον χτηπήσου…
-Να μην ακούω αηδίες. Σαν να ακούω τους ψευτοοικολόγους στο φόρουμ… Απλά τα ψάρια βάθυναν. Είμαι σίγουρος ότι ο γέρος τα μάζεψε και την έκανε για αλλού. Κάπου εδώ γύρω θα είναι … Κάπου είναι κρυμμένα και μας περιμένουν, λέμε.
-Και πως θα τα βρούμε αδερφάκι…
-Άνοιξε το ταμπούκιο και δες τι σου έχω. Θα πάθεις πλάκα, λέμε.
-Αδερφάκι, τι είναι αυτό ??? Δεν το πιστεύω , φουρουνιά…
-Καιρός ήταν. Τα ρηχά μας τελείωσαν. Έτσι κι αλλιώς τα πνευμόνια τα έχουμε. Το εργαλείο βγάζει φωτογραφίες, λέμε. Και εκεί κάτω τα ψάρια είναι μοσχάρια. Κατεβαίνεις με τη βραζιλιάνα βαράς και φεύγεις. Άμα βαστάν τα κότσια σου φυσικά…
-Αδερφάκι με φτιάχνεις τρελά. Ας μπαίνουν τα κατοστάρικα στο ψυγείο και μην ανησυχείς για τα κότσια μου… Αλλά μιας που είπαμε για κατοστάρικα πόσο πήγε το μαλλί?
-Μη μασάς , δέκα καλά ψάρια είναι…
Πήραν τα αλάνια την ισοβαθή και άρχισαν να οργώνουν τα βαθιά λιβάδια της ποσιδωνείας. Το φουρούνι έβγαζε όντως φωτογραφίες και τους γλύτωνε από πολύ κόπο. Κάποιες φορές φαίνονταν ακόμα και τα ψάρια δίπλα στις κρυμμένες πλάκες και τα μικρά σηκώματα. Τα δυνατά σημεία μαρκάρονταν στο gps για ακολουθήσει ο επιτόπιος έλεγχος . Δύσκολα συγκρατούσαν την όρεξή τους, αλλά ήξεραν ότι σε αυτού του είδους ψάρεμα , από τη στιγμή που θα το ασκούσαν συστηματικά, η επιμελής προετοιμασία ήταν το άλφα και το ωμέγα. Άλλωστε οι μάγκες δεν ήταν κοινοί ψαροντουφεκάδες , ούτε ερασιτέχνες του συρμού. Φτασμένοι βαθύτες , γνωστοί στο πανελλήνιο για τις επιτυχίες τους. Και στις ψαροταβέρνες Αθηνών και περιχώρων… Δε θα άφηναν τίποτα στην τύχη!
Αφιέρωσαν όλη την υπόλοιπη μέρα στο ψάξιμο, αδημονώντας για την επόμενη μέρα που προμηνυόταν συναρπαστική. Η αλήθεια είναι ότι ο παραλίγο πνιγμός τους είχε στοιχειώσει τα επόμενα ψαρέματά τους. Δεν είχαν μπει καν στη διαδικασία να σκεφτούν τι είχε συμβεί, αν και στα βαθύτερα στρώματα της ύπαρξής τους είχε ριζώσει ο φόβος και η αμφιβολία. Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που το ψυγείο ήταν μείον. Έπρεπε οπωσδήποτε να αλλάξουν ρυθμό και τρόπο. Έπρεπε να επιστρέψουν στα αποδοτικά ψαρέματα…
Τα κατάφεραν!!!
Με πολύ προσοχή τρύγησαν τους καρπούς της επιμελούς αναζήτησης. Οι ατελείωτες ώρες βυθού, τα χρόνια στη θάλασσα ,με τη βοήθεια της βραζιλιάνας έκαναν τις εξωπραγματικές βουτιές, πραγματικές. Έτσι κι αλλιώς τα ψάρια εκεί κάτω ήταν ανυποψίαστα. Και πολλά. Και μεγάλα. Οι βουτιές ήταν λίγες και δύσκολες, αλλά τα αποτελέσματα εντυπωσιακά! Σταμάτησαν αποκαμωμένοι όταν και τα δύο ψυγεία είχαν γεμίσει.
-Αδερφάκι! Σαν να έχουμε κατιτίς παραπάνω από «δέκα καλά ψάρια».
-Στα έλεγα μεγάλε, στα έλεγα. Ε ρε και να ήτανε από μια μεριά οι λεχρίτες που λένε ότι δεν υπάρχουν ψάρια… Να τους πεταχτούν τα μάτια έξω, οι ξεφτίλες… Αν έχουν τα κότσια ας κοπιάσουν στα τάρταρα να τα βρουν.
-Αδερφάκι καιρός ήταν, γιατί είχαμε πάει μείον. Δε μου λες αδερφάκι, έχουμε κανένα ντεπονάκι γιατί έχω πονοκέφαλο…
-Μη μασάς. Μετά από τέτοιες βουτιές λίγος πονοκέφαλος είναι φυσιολογικός.
-Και το μούδιασμα στα χέρια?
-Όταν πάρεις τα κατοστάρικα στο χέρι, θα σου περάσει και μούδιασμα και πονοκέφαλος και αιμορροΐδες, λέμε!!!
-Χε, χε. Αδερφάκι τα λες πολύ σπέσιαλ. Να μας κάνει καιρό και την άλλη βδομάδα…
Κυκλοφόρησαν τα νέα μέσα κι έξω από τη θάλασσα. Τα αλάνια δεν άντεξαν να μην κομπάσουν για την επιτυχία τους. Κάποια ψάρια στα φόρουμ, κάποια περισσότερα στο facebook, η κηδεία επιλεγμένα σε φίλους από όπου διέρρευσαν. Παλαμάκια, κράξιμο , ατελείωτο διαδικτυακό μελάνι, « έξω οι μανάβηδες»- «ποιον είπες μανάβη χωρίς αποδείξεις ψαρά του καναπέ», «λιγόστεψαν τα ψάρια» –«βάθυναν τα ψάρια», οι τράτες , η μόλυνση κτλ, κτλ, κτλ. Η συνήθης ρουτίνα με λίγα λόγια, η οποία ουδόλως πτοούσε τους μάγκες που προσπαθούσαν να περάσουν την ώρα τους μέχρι το επόμενο Σαββατοκύριακο.
Ο κρυμμένος παράδεισος τους περίμενε!
Όμως κάπου εκεί περίμενε και ο Μπάμπης, που δικαιωμένος-αν και το απευχόταν- από το αναπάντεχο μακελειό, είχε γίνει το κεντρικό πρόσωπο της περιοχής. Όλοι έτρεχαν σε αυτόν για συμβουλές. Ο Μπάμπης ήξερε ότι τα περισσότερα ψάρια μάθαιναν πολύ αργά, ότι δε μπορούσαν να υπερβούν γρήγορα την αρχέγονη συμπεριφορά, τη ράθυμη φύση των βαθιών νερών. Κάποια, δε θα απέφευγαν να γίνουν θύματα των μεγάλων , πανέξυπνων αλλά και συχνά τόσο άπληστων θηρευτών. Οι στρατηγικές που με τα χρόνια είχαν αναπτύξει τα ψάρια της ρηχής ζώνης, ήταν αδύνατο να εφαρμοστούν εδώ. Προσπάθησε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να διδάξει στους καινούργιους συντρόφους του τρία απλά πράγματα.
- Μην κάθεστε να χαζεύεται τα περίεργα πλάσματα που έρχονται από ψηλά.
-Μη χώνεστε στις τρύπες σας αν σας πλησιάσουν.
-Σκορπίστε στην ποσειδωνία και κάνετε τις απολύτως απαραίτητες κινήσεις.
Ήξερε πολύ καλά ότι αυτές οι απλές συμβουλές ήταν πολύ δύσκολο να γίνουν πράξη από το σύνολο των συντρόφων του. Κάποια στιγμή, κάποια ψάρια θα τα έχαναν στη θέα των ανθρώπων και θα γίνονταν θύματα. Έλπιζε, όμως, ότι σιγά-σιγά οι φίλοι του θα αποκτούσαν νέα πρότυπα συμπεριφοράς. Κάτι μέσα του ψιθύριζε ότι οι εισβολείς θα ήταν γνωστοί. Αυτό έκανε την ψυχή του να μαυρίζει ακόμα περισσότερο. Γιατί έλπιζε ότι οι άνθρωποι που παραλίγο να σκοτώσει , θα είχαν πάρει το μάθημά τους.
Ότι θα είχαν αλλάξει…
Ήξερε αρκετούς ανθρώπους που είχαν μάθει να σέβονται την άγρια φύση.
Να είναι κυνηγοί ανάμεσα σε κυνηγούς και όχι άρπαγες.
Οι σκέψεις του Μπάμπη διακόπηκαν από τον οξύ ήχο του ανθρώπου που κατέβαινε γρήγορα , κρατώντας τη βραζιλιάνα. Έκανε ένα γρήγορο γύρο στο σημείο που θα έφτανε ο άνθρωπος. Έδωσε μερικά σκαμπίλια σε όσα ψάρια έσπευσαν να χωθούν στην πλάκα τους και έδωσε το σύνθημα της οπισθοχώρησης στην ποσειδωνία. Ο άνθρωπος είδε πολλές ουρές να εξαφανίζονται δεξιά και αριστερά, όμως σε αυτό το βάθος ήταν αδύνατο να τις ακολουθήσει. Συνέχισε την πορεία του μπροστά στην πιο προσιτή πλάκα. Φώτισε με τον πανίσχυρο φακό του αλλά μάταια. Κοίταξε δεξιά, αριστερά αλλά και πάλι μάταια. Ήξερε ότι κάθε βουτιά στα τάρταρα ήταν πολύτιμη και θα έπρεπε να είναι αποδοτική. Απόρησε γιατί ένιωθε τα ψάρια πολύ κοντά του. Είχε δει τις μεγάλες ουρές να χάνονται. Στην επιφάνεια εξήγησε απογοητευμένος την κατάσταση στο ζευγάρι του. Κάτι στο ασυνείδητό του, χτυπούσε καμπανάκι. Ένιωσε πάλι ένα μούδιασμα στα άκρα του , αλλά φρόντισε να το απωθήσει. Την προηγούμενη εβδομάδα είχαν γίνει όλα τόσο εύκολα , που αρνούνταν να ακούσει το καμπανάκι.
Ο δεύτερος άνθρωπος πήρε τη θέση του. Ο Μπάμπης ήταν πάλι εκεί να συντονίσει τη διασπορά αλλά… Η μεγάλη σφυρίδα έμεινε να χαζεύει το στεριανό πλάσμα που κόντρα στη φύση του προσέγγιζε τη ζώνη του σκότους. Έμεινε να κοιτάζει αποσβολωμένη, μέχρι που η βαριά βέργα την ένωσε με τον κόσμο των ανθρώπων…
Η επιτυχία θόλωσε ακόμα περισσότερο το μυαλό των ψαράδων, έδιωξε ακόμα πιο μακριά ήχο από τα καμπανάκια. Το μούδιασμα στα άκρα δεν είχε περάσει όταν ο άνθρωπος ξεκίνησε την κατάδυσή του. Έφτασε στο βυθό μεθυσμένος , σίγουρος για μια ακόμα επιτυχία. Όμως και πάλι ουρές δεξιά και αριστερά. Και σαν ένα έργο που έχει ξαναπαιχτεί, μια πελώρια μαύρη φιγούρα να πλησιάζει δείχνοντας την πληγωμένη ράχη. Οι θολωμένες αισθήσεις του ψαρά δυσκολεύονταν να καταγράψουν τα ερεθίσματα, η ψυχή του όμως κατάλαβε. Τα καμπανάκια , όλες οι καμπάνες του κόσμου άρχισαν να χτυπάνε μέσα του. Ο εκκωφαντικός θόρυβος στο κεφάλι του ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τη νεκρική σιγή του περιβάλλοντος…
Τα κατάφερε να βγει?
Έπαθε υποξία, νόσο?
Αν τα κατάφερε, έμαθε επιτέλους?
Δεν ξέρουμε, το τέλος της ιστορίας είναι άγνωστο…
Δώστε το δικό σας τέλος…
Έτσι κι αλλιώς δεν είναι παρά ένα παλαιομοδίτικο παραμύθι…
- maistros
- Δημοσιεύσεις: 394
- Εγγραφή: Σάβ 07 Μαρ 2009, 23:54
- Ονοματεπώνυμο: maistros kar
- Τοποθεσία: Κροκεές Λακωνίας
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
Εισαι ωραιος ρε φιλε!!! Με την ιδια αγωνια που διαβασα το πρωτο post για τον θρυλο της ρηχης ζωνης, διαβασα και αυτο! Το φιναλε καλητερα να παραμηνει μυστηριο...
- hitman
- Δημοσιεύσεις: 424
- Εγγραφή: Σάβ 29 Νοέμ 2008, 22:50
- Ονοματεπώνυμο: papapa giorgos
- Τοποθεσία: ΘΑΣΟΣ
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
κορυφή!!!!
hitman spearfishing in Youtube - www.youtube.com/channel/UCpHfO2ZS-MVwyXFrd8e3spw
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
Φουντουνια και πασης Ελλαδας
- profil3r_
- Δημοσιεύσεις: 1483
- Εγγραφή: Δευ 06 Ιουν 2011, 07:32
- Ονοματεπώνυμο: Angelos
- Τοποθεσία: Κύπρος
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
πολύ καλό μπράβο
"When we go to the ground, you are in my world. The ground is the ocean, I am the shark, and most people don't even know how to swim."
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
Όπως το πρώτο μέρος έτσι και αυτό είναι απλά τέλειο.
- Prwtaris
- Δημοσιεύσεις: 5443
- Εγγραφή: Δευ 06 Ιούλ 2009, 16:20
- Ονοματεπώνυμο: Δημήτρης Να μη σε νoιάζογλου
- Τοποθεσία: Όπου φυσάει ο άνεμος...
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
ΕΓΡΑΨΕΣ ΠΑΛΙ !!!!!!!!!!!
| tsaounlee: Αγαπάει Πτηνό.....
ΔΕΝ γράφτηκα 17 Νοέμβρη
ΔΕΝ γράφτηκα 17 Νοέμβρη
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
+1Prwtaris έγραψε:ΕΓΡΑΨΕΣ ΠΑΛΙ !!!!!!!!!!!
Μην ασχολείστε με ΑΝθρώπους που είναι πεπεισμένοι ότι έχουν δίκιο σε όλα. Bill Ladias ® © 2023
-
- Δημοσιεύσεις: 140
- Εγγραφή: Πέμ 25 Μαρ 2010, 00:49
- Ονοματεπώνυμο: Dimitris
- Τοποθεσία: Αθήνα - Αγία Παρασκευή
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
Ελπίζω όλοι να αντιληφθούν το νόημα της ιστορίας , για το καλό όλων μας , αν και πολύ αμφιβάλλω ..... !
Τα ψάρια βρίσκονται στη θάλασσα.
-
- Δημοσιεύσεις: 217
- Εγγραφή: Παρ 12 Οκτ 2007, 18:30
- Τοποθεσία: ιωαννινα
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
σε ευχαριστω για αυτο το ποστ σου.
των φρονιμων τα παιδια πριν πεινασουν δεν πεινανε...
-
- Δημοσιεύσεις: 289
- Εγγραφή: Τετ 04 Νοέμ 2009, 18:58
- Τοποθεσία: Τρίκαλα
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
τί είναι η φουρουνιά;;;
- Emilios
- Δημοσιεύσεις: 1888
- Εγγραφή: Τρί 24 Φεβ 2009, 15:16
- Ονοματεπώνυμο: Emilios
- Τοποθεσία: Notia Kriti
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
maistros έγραψε:Εισαι ωραιος ρε φιλε!!! Με την ιδια αγωνια που διαβασα το πρωτο post για τον θρυλο της ρηχης ζωνης, διαβασα και αυτο! Το φιναλε καλητερα να παραμηνει μυστηριο...
Το φινάλε είναι η πραγματικότητα ,αυτά που γινοντε φίλε μου ,είναι τα άτομα που χάνουμε ,είναι η απληστία και αλά .O dimak δεν egrapse τπτ δικό του αλά έκανε μια απλή περιγραφή σε όλα όσα γινοντε γύρω μας .Το φινάλε emis monaxi μας το γράφουμε και για το κάτε άτομο είναι διαφορετικό το φινάλε ευχαριστώ η δυσάρεστο. οο δημάκ δεν μπόρι να γράψη το φινάλε εμής το γράφουμε με τα λάτη μας ,αν ήταν στο χέρι του να γραφή το φινάλε ο φίλος δημάκ δεν τα επέτρεπε να χάσουμε άτομο φίλος η ότι αλο .
Δημάκ έγραψες
Ειμαι υπευθυνος γι αυτα που λεω.Οχι για αυτα που καταλαβαινεις
- spearsaras
- Δημοσιεύσεις: 133
- Εγγραφή: Δευ 07 Μάιος 2007, 16:22
- Τοποθεσία: ΜΥΤΙΛΗΝΗ
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
Δυστυχώς η ιστορία δεν έχει τέλος.
Έχει σίγουρα παρόν, αλλά και πολύ μέλλον αφού πολλοί από εμάς είμαστε ανεπίδεκτοι μαθήσεως έως και υπερβολικά αλαζόνες.
Όμορφη συνέχεια της πρώτης ιστορίας!
Έχει σίγουρα παρόν, αλλά και πολύ μέλλον αφού πολλοί από εμάς είμαστε ανεπίδεκτοι μαθήσεως έως και υπερβολικά αλαζόνες.
Όμορφη συνέχεια της πρώτης ιστορίας!
ΓΙΑΝΝΗΣ http://jsaras.blogspot.com/
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
Ειχα γνωρισει τον Μπαμπη το Χλαπα για πρωτη φορα το 1983 στα Κυθηρα ( Μελιδονη ) στην πρωτη μικρη αγκαλη βγαινοντας αριστερα απο τον κολπο. Στητος, αγερωχος, πεταλουδιζοντας, παρατηρουσε αυτον τον μαυρο καλλικατζαρο, που βολταριζε πανω απο την αυλη του, προφανως με αγριες διαθεσεις. Θυμαμαι ακομα αυτο του το χαμογελο που ζωγραφιζοταν στις χειλαρες του, αλλοτε ειρωνικο, σαρδωνιο, περιπαικτικο, και αυτο με τρελαινε καθε φορα που επιχειρουσα εναντιον του. Περασαν δυο καλοκαιρια, με σχεδον καθημερινη επαφη μαζι του, Για μενα πλεον ειχε γινει δασκαλος, αλλα τοτε, το προφανες, δεν το εβλεπα......
Τον σκεφτομουν τους χειμωνες και εδινα νοερα ραντεβου μαζι του....
Το συρτο με αποκρυψη, τον εφερε σε θεση βολης, που ομως δεν εγινε ποτε.....ασυναισθητα, και οχι συνειδητα..
Μεχρι το καλοκαιρη του 1988 τον εβλεπα μεχρι που σταματησα να πηγαινω Τσιριγο.
Θα τον θυμαμαι παντα μεχρι να με νικηση το Αλτσχαιμερ.....
Dimak σε ευχαριστω που ανεσυρες και παλι τις αναμνησεις μου.....
Αγγελος
Υ.Γ. Τη Φατα Μοργκανα δεν τη ξεχνω....μου ερχεται στο μυαλο και προσευχομε.....να ειναι καλα......
Τον σκεφτομουν τους χειμωνες και εδινα νοερα ραντεβου μαζι του....
Το συρτο με αποκρυψη, τον εφερε σε θεση βολης, που ομως δεν εγινε ποτε.....ασυναισθητα, και οχι συνειδητα..
Μεχρι το καλοκαιρη του 1988 τον εβλεπα μεχρι που σταματησα να πηγαινω Τσιριγο.
Θα τον θυμαμαι παντα μεχρι να με νικηση το Αλτσχαιμερ.....
Dimak σε ευχαριστω που ανεσυρες και παλι τις αναμνησεις μου.....
Αγγελος
Υ.Γ. Τη Φατα Μοργκανα δεν τη ξεχνω....μου ερχεται στο μυαλο και προσευχομε.....να ειναι καλα......
Re: Ο ΜΠΑΜΠΗΣ Ο ΧΛΑΠΑΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ...ΣΚΟΥΡΑ
fobero..perimenw th sinexeia!