

Τριαντατρία χρόνια περπατούσα καμαρωτός. Τους χειμώνες καρτερούσα την καλοκαιρινή έξαψη , τις παραλίες , τα ζεστά νερά και τις διακοπές και τα καλοκαίρία μου έλειπε η χαλαρωτική μοναξιά της χειμωνιάτικης επαρχίας. Η εβδομάδα περνούσε γρηγορότερα και η ανυπομονησία της επερχόμενης απόδρασης το Σαββατοκύριακο με κρατούσε σε μια ευχάριστή αδημονία και εγρήγορση.
Σήμερα όπως εχθές και προχθές και κάθε μέρα έχει συννεφιά , μουντάδα κι’ ας μην έχει στον ουρανό ούτε ένα συννεφάκι. Ένα αόρατο βάρος μου λυγίζει τα πόδια και η διάθεσή μου με κάνει νωχελικό και καμπούρη.
Συνήθως στα όνειρα μου έβλεπα βυθούς , γυναίκες , όμορφους τόπους , γοργόνες και πίνακες γεμάτους χρώματα του Claude Monet. Πολλές φορές έμενα άυπνος από ανυπομονησία πριν από μια εκδρομή , ονειρευόμενος μ’ ανοιχτά μάτια λες και το ξημέρωμα θα ερχόταν νωρίτερα αν συντρόφευα την νύχτα ξύπνιος.

Πλέον δεν βλέπω όνειρα , φοβάμαι να δω. Πριν κοιμηθώ έκλεινα τα μάτια μου και γαλήνευα ταξιδεύοντας νοερά σε ονειρικούς τόπους. Τώρα προσπαθώ να κοιμηθώ μ’ ανοιχτά τα μάτια γιατί όταν τα κλείνω , βλέπω δακρυγόνα , βία , θλιμμένα πρόσωπα , βλέμματα γεμάτα ανασφάλεια και ζωγραφιές του Hieronymus Bosch.

Γαμώτο! Πως έχω γίνει έτσι! Θέλω να με χαστουκίσω για να συνέλθω αλλά φοβάμαι ότι το χτύπημα μου δεν θα είναι άξιο. Θέλω να ξαναβρώ την επιθυμία που μ’ έκαιγε τόσα χρόνια ν΄ αλλάξω τον κόσμο αλλά φοβάμαι να μην καώ. Θέλω , θέλω αλλά φοβάμαι , φοβάμαι.
Γαμώτο! Η αντλία στο βενζινάδικο με τρομάζει αλλά θα την φανταστώ σαν δένδρο και θα προχωρήσω. Τα διόδια με τρομάζουν αλλά θα πάω από τον παράδρομο που πλέον έχει αποκτήσει μια ρομαντική αξία αντίστασης.. Πρέπει να πολεμήσω όλα αυτά που με τρομάζουν και τα φοβάμαι. Το ταξίδι για την Ιθάκη έχει γίνει πιο μακρινό πιο δύσκολο και αντί για σειρήνες και Κύκλωπες είναι γεμάτο με πεινασμένα ευρω.
Αχ!! Αυτή η απρόσεχτη Πανδώρα. Μας άφησε μόνους με την ατελείωτη ελπίδα μας , που θα έπρεπε κι’ αυτή να συγκαταλέγετε στα υπόλοιπα δεινά ντυμένη κρυφός φόβος.

Γαμώτο πως έχω γίνει έτσι! Με βαρέθηκα. Η μυρωδιά της αλμύρας αναμεμειγμένη με τ’ ανάμενα τακάκια του αυτοκινήτου με χαστουκίζει. ¨Έφτασες , ίσιωσε την καμπούρα , ανάσανε σαν ελεύθερος και μην χασομεράς., κάθε στιγμή είναι πολύτιμη , πολυτιμότερη από εχθές ¨ μου φωνάζει.. Περνάνε στιγμές βασανίστηκα γρήγορα και μόνο η αόρατη γραμμή της επιφάνειας πλέον με χωρίζει από τους φόβους μου. Αϋλη , διάφανη , ευαίσθητη κι’ όμως πανίσχυρη κι’ ικανή να κρατήσει μακριά μου την ασχήμια του επάνω κόσμου.
Αλάτι πάει στο στόμα μου , στο δέρμα μου , στην ψυχή μου , καεί και απολυμαίνει τις πληγές που μου άνοιξε ο επάνω κόσμος. Αλάτι που δεν πονάει αλλά γλυκαίνει τις πληγές μου. Δεν φοβάμαι πια , δεν θυμώνω, ονειρεύομαι και πάλι κι’ ας μην κοιμάμαι.
Κολυμπάω προς τ’ ανοιχτά σαν να θέλω να κατακτήσω τις γραμμές των οριζόντων , βουτάω βαθιά μακριά από τον επάνω κόσμο , όσο μακρύτερα μπορώ , κλείνω τα μάτια και νιώθω ασφαλής. Δεν με φοβάμαι πια , νομίζω πως είμαι ελεύθερος.
Σήμερα μια επίμονη πρωινή μύγα με ξύπνησε ενώ κολλάω από τον ιδρώτα μετά από έναν κουραστικό ύπνο. Φτιάχνοντας καφέ στο μπρίκι μισοκοιμισμένος ακόμα , ρίχνω μια πρωινή εσωτερική αναζήτηση. Γαμώτο πως έχω γίνει έτσι! Πρέπει να πεισμώσω και να παλέψω για το ¨αλάτι¨ και όλα αυτά που μου γιατρεύουν τις πληγές γιατί θα μείνουν ανοιχτές να με πληγώνουν ολοένα και περισσότερο. Για το αλάτι ρε γαμώτο!
Υ.Γ Αυτή η ψαρία είναι αφιερωμένη στην Μαρία που με ανέχετε ακόμα και έτσι όπως έχω γίνει.
